Γενικά σαν Satyr Brews δεν προβάλλαμε ιδιαίτερα τις φάτσες μας και το ποιοι είμαστε πίσω από τον εξυπνάκια Σάτυρο που τραβάει σέλφι στην Facebook profile pic μας. Αυτό προέκυψε λίγο από επιλογή στην αρχή, λίγο επειδή δεν το πολυσκεφτόμασταν στη συνέχεια. Σήμερα που συμπληρώνονται πέντε χρόνια απ’ το πρώτο Satyr brewday όμως, και που εν μέσω πανδημίας και άλλων εξελίξεων στις ζωές μας έχουμε αποφασίσει ότι η τελευταία μας μπύρα ήταν η τελευταία, αναπόφευκτα κάνουμε ταμείο, κάνουμε απολογισμό. Πολλά αξιοσημείωτα πράγματα έχουν συμβεί από τη μέρα που ανακαλύψαμε το homebrewing μέχρι σήμερα, και εδώ και καιρό φίλοι μάς λένε “ντάξει, είναι μεγάλο λάθος που δεν τα λέτε αυτά στο κοινό της Satyr”. Ε, ας τα πούμε σήμερα.
Για πολλούς, αν όχι για τους περισσότερους Έλληνες gypsy brewers, η ζυθοποίηση είναι ένα σοβαρό side-project, κάτι που κάνουν παράλληλα με την κύρια επαγγελματική ενασχόλησή τους. Αλλά για τον ένα Σάτυρο, το Νικηφόρο Φιδετζή, (που αρκετά φρίκαρε μέχρι εδώ να γράφει σε πρώτο πληθυντικό και να μιλάει για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο, οπότε θα συνεχίσω παρακάτω σαν κανονικός άνθρωπος) η κύρια επαγγελματική ενασχόλησή μου τα τελευταία χρόνια είχε καταλήξει να είναι η ζυθοποίηση. Μετά τα πρώτα βήματα ως homebrewer σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, έγινα assistant brewer στη Χίο, brewer στο Βερολίνο, και τελικά, μέχρι πρόσφατα, head brewer στο Μπρνο της Τσεχίας.
Ας τα πάρουμε όμως απ’ την αρχή.
Όλα ξεκίνησαν μία μέρα του 2010, όταν, φοιτητής με άπλετο χρόνο ακόμα, χάζευα στο ίντερνετ. Έχω προσπαθήσει πολλές φορές και πολύ, για να θυμηθώ τι ακριβώς έψαχνα, και είναι κρίμα που δεν ξέρω πια. Αλλά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ξαφνικά βρέθηκα στη σελίδα beer.gr, όπου ένα μπανεράκι με ενημέρωσε ότι μπορώ να φτιάξω τη δικιά μου μπύρα στο σπίτι, ενώ διαβεβαίωνε ότι είναι και εύκολο. Μέχρι τότε ήξερα ότι διάφοροι μερακλήδες στην Ελλάδα φτιάχνουν δικό τους κρασί, ούζο, ή και τσίπουρο. Αλλά δεν είχα ακούσει ποτέ για κανέναν που φτιάχνει μπύρα. Εμένα όμως, ειδικά μετά τους μήνες του Erasmus στη Βιέννη, μου άρεσε η μπύρα. Έχουν οι γονείς μου έναν φίλο, που από μικρός θυμάμαι όποτε τον καλούν για φαγητό σε μεγάλες μαζώξεις να φέρνει χαμογελαστός και δυο σακούλες με μπουκάλια κρασί δικό του. “Ε, εγώ θα είμαι ο τύπος που στα τραπέζια θα σκάει με τη μπύρα του. Και τι γαμάτο χόμπυ για έναν χημικό, να εφαρμόζει όσα έμαθε στη σχολή για να φτιάχνει μπύρα”, σκέφτηκα τότε.
Έψησα τον αδερφό μου να πληρώσουμε μισό-μισό τον αρχικό εξοπλισμό και να βράσουμε το πρώτο kit παρέα, και ξεκινήσαμε. Όταν όμως αναπόφευκτα προέκυψαν απορίες, στράφηκα στο φόρουμ του beer.gr και τότε άρχισε το κάψιμο. Χωρίς να πολυλογήσω, μέσα από εκείνο το -ιστορικό πλέον για την κοινότητα της craft μπύρας στην Ελλάδα- φόρουμ γνωριστήκαμε με άλλους homebrewers, που στα χρόνια που μεσολάβησαν εξελίχθηκαν τελικά στα παιδιά πίσω από Ale Box, Dark Crops, Φλάρο, Seven Island, Ζυθοποιία Αναστασίου, Κυκάω, Alea, Random Brewing. Και αυτό ακριβώς λόγω του beer.gr, επειδή εκεί όχι απλά γνωριστήκαμε, αλλά οργανώναμε μαζώξεις σε αξιόλογα μπυρομάγαζα της πόλης (αναπόφευκτα κάποια στιγμή εκεί γύρω στο 2011-12 η Local Pub κατέληξε το ημιμόνιμο στέκι), τσιμπούσια στις αυλές μας ενώ το καζάνι δίπλα έβραζε την επόμενη μπύρα, εκδρομές σε ζυθοποιεία (Craft, Septem), μέχρι και ταξίδια για μπυροτουρισμό στο Βέλγιο και σε φεστιβάλ στην Ολλανδία.
Βεβαίως, όσο συνέβαιναν αυτά, η ποιότητα της μπύρας που βράζαμε και οι ίδιοι στο σπίτι, βελτιωνόταν εκθετικά.
Το 2015 ήταν η χρονιά που ξεμπέρδεψα με στρατιωτικές υποχρεώσεις (lol) και αμέσως μετά προέκυψε ξαφνικά η ευκαιρία να φύγουμε μαζί με τον Πάνο (κι αυτός μέλος του beer.gr), aka Beers & Games aka Craft Ritual, για καλοκαιρινή dream job ως assistant brewers στη Μπύρα Χίου. Η δουλειά κουραστική αλλά με ενθουσίασε, τα πολύ συχνά μίνι τσιμπούσια με κρέατα στα κάρβουνα και συνοδευτικά ψιψιψώνια καθώς και κυριακάτικα μπάνια στις διάφορες παραλίες μας έδεναν όλους σαν ομάδα, οπότε τελικά δύο πράγματα συνέβησαν, το ένα καλύτερο απ’ το άλλο: Έμεινα αρκετά περισσότερους μήνες από το αρχικά κανονισμένο, και κυρίως, στους μήνες αυτούς κατάφερα με το συστηματικό ψηστήρι να πείσω τους Χιώτες να δώσουν μια ευκαιρία στο gypsy brewing, και συγκεκριμένα σε μια πικρή και αρωματική συνταγή που βράζαμε στο πειραιώτικο μπαλκόνι του Παρασκευά τα προηγούμενα χρόνια.
Μερικούς μήνες αργότερα γεννιέται η Satyr Brews, και στις 19 Μαρτίου 2016 επιστρέφουμε στη Χίο αυθημερόν για το ιστορικό πρώτο brewday της Menace. Ένα μήνα μετά η μπύρα κάνει πρεμιέρα στη Local, εξαντλείται σε 10 μέρες, πείθει τους πάντες ότι το gypsy brewing δεν είναι χάσιμο χρόνου -ούτε για τους homebrewers ούτε για τα ζυθοποιεία-, και σιγά σιγά ακολουθούν και άλλοι, οπότε ξεκινάει αυτό που, με το συμπάθειο, μέσα σε λίγα χρόνια έχει αλλάξει το τοπίο της μπύρας στην Ελλάδα. Αξίζει εδώ να σημειωθεί, ότι για να καταφέρουμε να βρούμε και να κάνουμε εισαγωγή τους σπάνιους λυκίσκους που απαιτούσε η συνταγή, στις μικρές ποσότητες που χρειαζόμασταν για 500 λιτράκια μπύρας όλα κι όλα, μας βοήθησε ανιδιοτελώς και πολύ ο Κέτιλ της Σόλο.
Τα υπόλοιπα νέα της Satyr τα ξέρετε (κι αν δεν τα ξέρετε, μπείτε να διαβάσετε τα υπόλοιπα ποστς του blog, για τα collab στη Noctua με τους Vodka Juniors, με τη Σόλο, με το Luben, κλπ κλπ), εδώ το θέμα είναι οι υπόλοιπες μπυροδραστηριότητές μου. Fast forward λοιπόν στο Q4 του 2017, όπου μετά από την απαραίτητη ολιγόμηνη γραφειοκρατική καθυστέρηση, δρομολογήθηκαν οι διαδικασίες και χάρη στο πρόγραμμα της ΕΕ “Erasmus for Young Entrepreneurs”, έφυγα κι εγώ για το εξωτερικό, για ένα εξάμηνο εργασίας και χαράς στην Berliner Berg στο Βερολίνο.
Πήγα πάνω στην ώρα.
Η Berliner Berg ξεκίνησε το 2015, και από την αρχή είχε επιλέξει σαφή craft προσανατολισμό, και το δύσκολο στόχο να κάνει την craft μπύρα mainstream στη Γερμανία. Το μοντέλο της είναι να βράζει μπύρες πιο ευρείας κατανάλωσης σε ένα μεγάλο ζυθοποιείο στη Βαυαρία (100hl), και να έχει και το μικρό (5hl) ζυθοποιείο στο Βερολίνο για one-off πειραματικές συνταγές που απευθύνονται στους beer geeks (UPDATE: Τον Μάιο του 2020 έκλεισε το μικρό ζυθοποιείο και άρχισε να βράζει τις μεγάλες παρτίδες στο Βερολίνο, στο ζυθοποιείο της BrewDog -πρώην Stone- ενώ τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές κοντεύουν να ολοκληρωθούν και οι εργασίες κατασκευής του νέου, δικού τους, μεγάλου ζυθοποιείου 30hl μέσα στο κέντρο της πόλης, ανάμεσα σε Kreuzberg και Neukölln). Είχα την τύχη να φτάσω εκεί την εβδομάδα που τελείωσαν οι εργασίες κατασκευής του μικρού ζυθοποιείου, και λίγες μέρες μετά αρχίσαμε να βράζουμε.
Pale ales, Berliner Weisse σκέτη αλλά και με διάφορα φρέσκα φρούτα, Sour IPA, Flemish red, barrel aging σκέτο ή με προσθήκη μπαχαρικών, Dubel, Porter, και πάει λέγοντας. Πολλά μπορώ να θυμηθώ από αυτά τα σχεδόν δύο χρόνια που τελικά πέρασα εκεί, αλλά τα δύο highlights σίγουρα ήταν όταν δείξαμε τα κατατόπια στον Greg Koch που ήρθε με το crew της Stone επίσκεψη στο ζυθοποιείο (επειδή του είπαν ότι κάνουμε τις καλύτερες Berliner Weisse της πόλης) και η εκδρομή στη Βαυαρία το Σεπτέμβριο του 2018, για να παραστώ χαράματα στη συγκομιδή του λυκίσκου και να τον πάμε επιτόπου στο ζυθοποιείο του Hohenthann για να βράσουμε 100 εκατολιτράκια wet hop μπύρας.
Όχι ότι δεν περνούσα ωραία στη Γερμανία δηλαδή, αλλά κάποια στιγμή ο Κέτιλ, που ήξερε ότι γυρίζω στις Ευρώπες, μου πρότεινε να δουλέψουμε και πάλι μαζί σε ένα νέο πρότζεκτ που ετοιμαζότανε στην Τσεχία. Άρχισαν λοιπόν συνεννοήσεις και ταξίδια για να μου δείξουν τις σύγχρονες υπό κατασκευή εγκαταστάσεις και την πολύ όμορφη πόλη, αλλά και για να κλείσουν οι λεπτομέρειες της συνεργασίας από κοντά. Από όλα αυτά τα αλισβερίσια, δε, προέκυψε και το πιο κουλό collab της Satyr, αυτό με Odna Tonna και Σόλο, που βράσαμε το Νοέμβριο του 2018 στη Μόσχα, για να κυκλοφορήσει 10 μήνες αργότερα μόνο στη Ρωσία και σε λίγα μαγαζιά του πρώην σοβιετικού μπλοκ.
Δε δυσκολεύτηκα πολύ να πω ναι σε αυτή την καινούρια ευκαιρία για συνεργασία με τον Κέτιλ, ο οποίος μέχρι το ξέσπασμα της πανδημίας μοίραζε τον χρόνο του μεταξύ Κρήτης, Νορβηγίας και Τσεχίας.
Τον Απρίλιο του 2019 λοιπόν μετακόμισα ξανά και έγινα head brewer σε ένα ολοκαίνουριο ζυθοποιείο λίγο έξω από το Μπρνο, με βραστήρα 23hl, όπου συσκευάζαμε μπύρα και σε μπουκάλια αλλά και σε κουτάκια, που έκανα μικροβιολογικό έλεγχο στη μπύρα με PCR (ελάχιστα άλλα ζυθοποιεία στον κόσμο έχουν τον σχετικό εξοπλισμό), και που η διεύθυνση είχε βάλει επιθετικό στόχο να γίνουμε το καλύτερο craft ζυθοποιείο της Τσεχίας. Με το που μαζεύτηκαν 1000 βαθμολογίες στο Untappd (το ελάχιστο απαιτούμενο για να συμπεριληφθεί μια ζυθοποιία στις σχετικές λίστες), και με το καλημέρα η Axiom βρέθηκε στην 5η θέση. Και στις αρχές του 2020, το Ratebeer μας έδωσε και το Best New Brewer in Czech Republic (το ίδιο βραβείο που είχε πάρει για την Ελλάδα η Satyr το 2016).
Τα όμορφα πράγματα που θυμάμαι από την Axiom είναι αρκετά. Ακόμα δεν είχαμε ξεκινήσει να βράζουμε, και στα πλαίσια της δια βίου μάθησης, τα αφεντικά με έστειλαν στην Κοπεγχάγη για σεμινάριο στην White Labs με τον Chris White, και μπυροποσίες στο μεγάλο φεστιβάλ κραφτ μπύρας MBCC. Μετά πήραμε σβάρνα τα ευρωπαϊκά φεστιβάλ συμμετέχοντας κιόλας. Ξεκινήσαμε με την Berlin Beer Week τον Ιούλιο, μετά Athens Craft Beer Festival (από τα μεγάλα highlights της όλης πορείας, αφού συμμετείχα και ως Satyr), και τον αμέσως επόμενο μήνα φεστιβάλ στη Βιέννη (με guest star τον φίλο Πάνο από Clepsydra). Βουδαπέστη τον Δεκέμβριο, στο ηβέντ των Mad Scientist, όπου οι Βούλγαροι φίλοι Beer Bastards σέρβιραν τη μπύρα τους που είχαμε βράσει μαζί στην Τσεχία. Και παράλληλα τα διάφορα ταξιδάκια για tap takeovers σε Πράγα, Μπρατισλάβα και τις γύρω περιοχές. Τον τίτλο του μαϊντανού όμως τον κέρδισα επάξια όταν τον Ιανουάριο του 2020 ανέβηκα στη σκηνή και έκανα μια παρουσίαση για την κραφτ μπύρα στο κοινό της τοπικής έκθεσης κάτι-σαν-HORECA.
“Και με τη Satyr τι γίνεται;” ρωτούσαν καμιά φορά φίλοι και γνωστοί. Είναι γεγονός ότι η απόσταση με ανάγκαζε να ασχολούμαι μαζί της λιγότερο από όσο θα ήθελα (βασικά τις δημόσιες σχέσεις και τον χαβαλέ στα μπαρ έχανα, γιατί στα επί της ουσίας οι πάντα πρωτοπόροι Σάτυροι λειτουργούσαν με τηλε-εργασία before it was cool). Από την άλλη όμως δεν ξεχνούσαμε ότι όλα αυτά που κάνω εκτός Ελλάδος μόνο εφόδια είναι για οτιδήποτε θα μπορούσαν να σκαρώσουν τα επόμενα χρόνια οι Σάτυροι, αλλά κυρίως ότι τον βασικό μας σκοπό, το να πάει η ελληνική κραφτ κουλτούρα μερικά βήματα μπροστά, τον είχαμε ήδη πετύχει.
Και μετά ήρθε ο κορωνοϊός!
Άρχισαν να ακυρώνονται ένα μετά το άλλο τα φεστιβάλ (αντίο Βαρκελώνη, αντίο Leuven, αντίο Tallinn), ήρθε το πρώτο lockdown, και μετά από τους πρώτους δύο μήνες εγκλεισμού στο σπίτι (πόσο Zelda να παίξει κανείς), τα έβαλα κάτω και αποφάσισα ότι η μεγάλη και παρατεταμένη κρίση που έρχεται στον κλάδο είναι μία εξαιρετική ευκαιρία να επανεξετάσω τις επιλογές μου και να χαράξω εκ νέου πορεία. Πάντα με πείραζε που έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, βγήκα στην αγορά εργασίας χωρίς να κάνω ένα μάστερ. Οπότε έστειλα μερικές αιτήσεις σε πανεπιστήμια, έφυγα από την Axiom και αποχαιρέτησα την Τσεχία επιστρέφοντας για χορταστικές, long overdue, δίμηνες καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα.
Έτσι μας δόθηκε η ευκαιρία να κλείσει και το κεφάλαιο Satyr με τον πιο όμορφο τρόπο. Μπόρεσα να είμαι παρών και στο τελευταίο μας #never_brew_sober brewday στο Γκάζι για το collab με τους Noctua, απ’ όπου πέρασαν όσοι περισσότεροι φίλοι πρόλαβαν, από τους πολλούς και καλούς που κάναμε αυτά τα πέντε χρόνια στον χώρο που λέγεται ελληνική σκηνή κραφτ μπύρας.
Λίγες μέρες αργότερα, ξαναγύρισα στο Βερολίνο και ξεκίνησα ένα μεταπτυχιακό τεχνολογίας τροφίμων στο TU Berlin. Και ενώ φαίνεται ότι το απολαυστικό ταξίδι μου στον κόσμο της κραφτ μπύρας τα τελευταία δέκα χρόνια (ή πέντε, ανάλογα πώς μετράς) έκανε τον κύκλο του, ένα νέο και υποσχόμενο ταξίδι ξεκινάει.
Όσο έκανα τα μπάνια μου και απολάμβανα το ελληνικό καλοκαίρι στο Πήλιο, ψάχνοντας στο μυαλό μου τι θα κάνω στη συνέχεια (και χωρίς να έχω ιδέα τι μπορεί να είναι αυτό), ανακάλυψα ότι ένα πρότζεκτ που είχα πρωτοακούσει σε κάποιο press event του 2013, είχε στο μεταξύ ωριμάσει και το 2020 ήταν πλέον ένα παγκόσμιο οικοσύστημα γεμάτο ταλαντούχους και ορεξάτους ανθρώπους, έτοιμο να αναπτυχθεί τα επόμενα χρόνια ραγδαία. Και όχι μόνο αυτό, αλλά καταφέρνει και συνδυάζει με τη ζύμωση πολλά από τα εκτός μπύρας ενδιαφέροντά μου (βασικά σχεδόν όλα).
Το πεδίο ονομάζεται cellular agriculture (κυτταρική αγροκαλλιέργεια;) και, για όσους δεν πάτησαν το προηγούμενο λινκ, το βασικό ας πούμε concept είναι να πάρεις κύτταρα πχ μοσχαριού, και να τα πολλαπλασιάσεις σε μία κατάλληλη δεξαμενή ζύμωσης, οπότε το μπιφτέκι που παίρνεις μετά είναι και κανονικό μπιφτέκι και οικολογικό/βίγκαν ταυτόχρονα, win-win. Παρομοίως μπορούν να παραχθούν και γάλα, τυρί, δερμάτινα, μετάξι, κλπ κλπ. Δεν ξέρω αν στην ιδέα ενθουσιάζεσαι ή φρικάρεις, αλλά εγώ είμαι ενθουσιασμένος. Τόσο, που μαζί με άλλους ομοϊδεάτες ξεκινήσαμε στο Βερολίνο ένα student club πάνω στο θέμα. Τόσο, που μια φορά την εβδομάδα ξενυχτάω για να παρακολουθήσω το μοναδικό παγκοσμίως αυτή τη στιγμή μάθημα cellular agriculture, που γίνεται σε πανεπιστήμιο των ΗΠΑ (και που χάρη στον κορωνοϊό γίνεται ονλάιν). Τόσο, που παράλληλα με τις σπουδές βρήκα εξ αποστάσεως δουλειά ακριβώς σε αυτό το αντικείμενο, σε μία εταιρεία με έδρα στη Βαμβέργη (τυχαίο; #weyermann). Πολύ ωραία πράγματα, όλο και κάτι θα γράψω για αυτά στο μέλλον. Κάπου αλλού όμως, όχι εδώ. Η ιστορία που ήθελα να γράψω εδώ, τελείωσε.
Satyr over and out.